Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

Κάθε τέλος μια νέα αρχή

  Καφέ ορθογώνιες κούτες, άλλες μεγάλες, άλλες μικρές, σφραγισμένες επιμελώς με καφέ χαρτοταινία, κάτι σημαδάκια από μαύρο μαρκαδόρο γραμμένα επάνω τους -"ΒΙΒΛΙΑ-ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ", "CD", "ΑΡΧΕΙΟ", "ΔΙΑΚΟΣΜΗΤΙΚΑ"- ένα κρεβάτι, ένα άδειο κομοδίνο, άδειες βιβλιοθήκες και ντουλάπες, ένα άδειο αποσυναρμολογημένο γραφείο περιμένουν υπομονετικά να μεταφερθούν αύριο. Ναι, αυτό είναι το δωμάτιό μου. 

  Στέκομαι στην πόρτα και το κοιτάζω. Τα ίχνη από τα κάδρα είναι ακόμα στον τοίχο. Η καρέκλα μου φαίνεται άσχημη δίπλα στο διαλυμμένο γραφείο. Το παράθυρο δίχως κουρτίνα είναι μεγαλύτερο, μα άχρωμο. Το ξύλινο πάτωμα, λιγάκι σκονισμένο, άχρωμο και εκείνο χωρίς το πορτοκαλί χαλί που έστρωνα κάθε χειμώνα. 

  Παντού διάχυτα η ατονία και το αίσθημα της φυγής. Μιας φυγής εκούσιας και ακούσιας ταυτόχρονα. Μετά από 22 χρόνια στο διαμέρισμα του δευτέρου ορόφου της πολυκατοικίας, την οποία έχτισαν οι παππούδες "για να είναι τακτοποιημένα τα παιδιά και να μη ζουν μια ζωή στα ενοίκια", ήρθε η στιγμή να φορτώσουμε όλα μας τα υπάρχοντα και τις αναμνήσεις -όμορφες και άσχημες- και να τα μεταφέρουμε στην καινούργια μας νεόδμητη κατοικία. Ένα όνειρο των γονιών μου που υλοποιήθηκε μετά από μερικά χρόνια εργασίας (ακόμη και προσωπικής), οικονομίας και αγωνίας. 

  Δε νομίζω ότι θα μπορέσω ποτέ να ξεχάσω τα δάκρυα στα μάτια τους όταν άρχισαν να τοποθετούνται τα πρώτα υλικά. Μπετόν, σίδερα, τούβλα, καλώδια, σωλήνες, μονώσεις, πλακάκια, και και και... Από εκεί που ήταν απλώς ένα απλό οικόπεδο γεμάτο ξερόχορτα, μεταμορφώθηκε σε ένα κτίσμα που θα στεγάσει τη νέα μας ζωή. Όλα εκεί είναι καινούργια: γείτονες, δρόμοι, καταστήματα, υπηρεσίες. Στην αρχή φοβόμουν ότι δεν θα καταφέρω να μάθω τα κατατόπια της γειτονιάς και των γύρω τετραγώνων. Αν μου ζητούσε κάποιος οδηγίες ή με ρωτούσε για το πού βρίσκεται η τάδε οδός, θα τον κοιτούσα με απόγνωση ή θα παρίστανα την ξένη.

  Δύσκολα θα μπορούσα να περιγράψω τα συναισθήματά μου, γιατί είναι πολλά και μπερδεμένα. Δεν γίνεται να τα απαριθμίσω. Σίγουρα χαίρομαι που κάνω μια νέα αρχή, όμως λυπάμαι που ένα κομμάτι μου θα πρέπει να μείνει πίσω στο παλιό σπίτι. 

  Τσεκάρω τις τελευταίες λεπτομέρειες, ανοίγω συρτάρια, ντουλάπες, μην τυχόν έχω ξεχάσει κάτι. Συλλαμβάνω τον εαυτό μου να σιγοψιθυρίζει το ρεφραίν από το Μετακόμιση τώρα και ακούω την ηχώ μου. Χαμογελάω. 



Σάββατο 10 Αυγούστου 2013

Σε θολά νερά...

  Οι εποχές που ο Φρανκ Σινάτρα τραγουδούσε για αγνώστους μες στη νύχτα δυστυχώς έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Μαζί τους έχει φύγει και εκείνη η γλυκιά αθωότητα των δυο ανθρώπων που γνωρίζονταν για πρώτη φορά στο δρόμο, στον κινηματογράφο, σε ένα κατάστημα. 

  Σήμερα τα δεδομένα είναι διαφορετικά. Οι γνωριμίες μέσω σελίδων κοινωνικής δικτύωσης (facebook, twitter κλπ) αποτελούν το trend της εποχής. Ίσως επειδή όλα είναι τόσο προσιτά, ίσως επειδή είναι πιο εύκολο να μιλήσεις σε κάποιον άγνωστο έχοντας σαν "παραπέτασμα" το διαδικτυακό σου προφίλ. Δηλαδή, τον προσωπικό σου ιστότοπο όπου μπορείς να συνομιλήσεις με άτομα και να επιδιώξεις μια συνάντηση μαζί τους. 

  Όλα αυτά για εκείνον που δημιουργεί λογαριασμό με σκοπό της ζωής του τη γνωριμία σε πρώτο επίπεδο. Σε δεύτερο επίπεδο, όμως, τα πράγματα αρχίζουν να δυσκολεύουν και να γίνονται επικίνδυνα. Με προκάλυμμα την απλή γνωριμία, μπορεί να γίνουν εγκλήματα που δεν έχεις δει ούτε στο χειρότερό σου εφιάλτη. Πιο συγκεκριμένα, διάβαζα πριν μερικές μέρες ότι μια κοπέλα από την Αμερική έπεσε αρχικά θύμα ληστείας και έπειτα ανθρωποκτονίας από το νεαρό με τον οποίο συνομιλούσε στο facebook. Μετά από αρκετό διάστημα διαδικτυακής γνωριμίας, ο νεαρός της ζήτησε να συναντηθούν πρόσωπο με πρόσωπο. Εκείνη δέχτηκε και ανυποψίαστη -ή μάλλον υπερβολικά σίγουρη για το ποιόν του ανθρώπου που τόσο καιρό συνομιλούσε- πήγε στο ραντεβού. Στη συνέχεια, ο νεαρός προσφέρθηκε να τη συνοδεύσει στο σπίτι της με το αυτοκίνητό του. Οδηγώντας σε μια απόμερη τοποθεσία, βρήκε την ευκαιρία να αρπάξει την τσάντα της, ενώ η κοπέλα κατάφερε να βγει από το αυτοκίνητο εκλυπαρώντας για βοήθεια. Τότε, ο νεαρός, ο οποίος σημειωτέον οπλοφορούσε, την πυροβόλησε με αποτέλεσμα να την σκοτώσει.   

  Υπάρχει, ωστόσο, και η πιο χαρούμενη εκδοχή. Να βρεθείς, δηλαδή, με κάποιον που συνομιλούσατε και να αποδειχθεί εντελώς ακίνδυνος. Αν σε ανακουφίζει, το έχω δοκιμάσει κι εγώ. Όχι απαραίτητα για να αποκτήσω μια "ερωτική γνωριμία", αλλά και από περιέργεια. Για παράδειγμα, έχω συναντηθεί είτε τυχαία είτε προγραμματισμένα με αγόρια και κορίτσια που συνομιλούσαμε για αρκετό χρονικό διάστημα σε facebook και twitter. Με μερικούς έχουμε κρατήσει επαφή, τηλεφωνιόμαστε, είμαστε σαν φίλοι. 

  Μάλλον στάθηκα περισσότερο τυχερή σε σχέση με την άτυχη κοπέλα από την Αμερική, καθώς τα άτομα που γνώρισα ήταν "καθαρά" σαν τα κρυστάλλινα νερά μιας πηγής. Εσύ, έχεις αναρωτηθεί μήπως εκείνος/η που συνομιλείς είναι αληθινός/η ή μήπως κολυμπάς σε θολά νερά;  


Σάββατο 3 Αυγούστου 2013

Τη ζακέτα σου να πάρεις!

  Αυτή η φράση αποτελεί μια από τις πλέον κλασσικές -ίσως την κλασσικότερη- που θα βγει από τα χείλη της αγαπημένης σου μανούλας. Ανάμεσα στα "Τρώγε το φαγητό σου, αλλιώς θα φωνάξω τον παλιαντζή/γύφτο/μπαμπούλα" (Θεέ μου, τι παιδικά τραύματα...), "Η πόρτα θα κλειδώσει στις 12" και άλλες πολλές, συγκαταλέγεται και τούτη.

  Μαμαδίστικες φράσεις... Κάθε φορά που ακούω μία τέτοια, γελάω. Γελάω επειδή σκέφτομαι ότι μια μέρα θα τις λέω κι εγώ στα παιδιά μου, θα καταντήσω κι εγώ κλισέ, θα γίνω σαν τη μάνα μου. Αυτή είναι η αλήθεια. Υποσυνείδητα, συγκρατείς στο πίσω μέρος του μυαλού σου κάθε στιγμή που ήσουν με τη μάνα σου. Όταν σφουγγάριζε, όταν σκούπιζε, όταν ξεσκόνιζε, όταν μαγείρευε, όταν πλάθατε μαζί κουλουράκια. 

  Ώσπου έρχεται, λοιπόν, μια στιγμή που πρέπει να κάνεις κι εσύ τα αντίστοιχα. Έχουν φύγει οι γονείς σου και η μάνα σου σου έχει αφήσει ένα κατάλογο με τις δουλειές του σπιτιού που πρέπει να κάνεις σαν νοικοκυρά β'. Το θέμα είναι να τις κάνεις τόσο καλά, όσο και εκείνη, γιατί δεν τη γλιτώνεις τη σύγκριση. Ίσως αυτό αποτελεί και μια επιβεβαίωση, κατά πόσο δηλαδή πέτυχε η νοικοκυρά α' να εμφυσήσει στη νοικοκυρά β' την τάξη και την καθαριότητα που χρειάζονται σε ένα σπιτικό. 

  Πολλές φορές, συλλαμβάνω τον εαυτό μου να μιλάει σαν τη μάνα μου. Στην αρχή, δεν έδωσα σημασία. Την επόμενη φορά που συνέβη, ξαφνιάστηκα. Τις υπόλοιπες φορές, γελούσα. Ακούω τη γιαγιά μου να διηγείται ιστορίες και κατορθώματα της μαμάς μου και αναγνωρίζω στη συμπεριφορά της δικά μου χαρακτηριστικά. 

  Δεν ξέρω αν είναι λάθος να υιοθετούμε εν μέρει τη συμπεριφορά της μαμάς μας, σίγουρα, όμως, δεν είναι κακό. Είναι ένα πρόσωπο που αγαπάμε και θαυμάζουμε, σαν ιερό. Είναι πάντα δίπλα μας, σε κάθε χαρά, σε κάθε αποτυχία. Μια αγκαλιά και ένα φιλί της είναι το καλύτερο φάρμακο για να ξεπεράσουμε δυσκολίες, να πάρουμε δύναμη και κουράγιο για να πάμε παρακάτω. Είναι εκείνη που όσων χρόνων και να φτάσουμε, θα μας υπενθυμίζει πάντα να πάρουμε ζακέτα...