Κυριακή 29 Μαΐου 2016

Για σένα

Δειλό χτύπημα στην πόρτα. "Εγώ είμαι, μου ανοίγεις;". Και μου άνοιξες όχι μόνο την πόρτα, αλλά και την καρδιά και την ψυχή σου. Στην αρχή μια χαραμάδα - τόσο μικρή όσο η αίσθηση του να σε τρυπάει η μύτη μιας καρφίτσας. 

Ένα τρύπημα ένιωσα κι εγώ την ημέρα που σε πρωτοαντίκρισα. Γλυκό και συνάμα πικρό, για όλα όσα μας επιφύλασσε η μοίρα. Αμφιβολία και αγωνία, ενθουσιασμός και προσμονή. 

"Εγώ είμαι, μου ανοίγεις;". Κάθε φορά που συναντιόμασταν, άνοιγες διάπλατα τα χέρια σου και κούρνιαζα στην αγκαλιά σου, σαν μικρό παιδί. "Μικρούλι", έτσι με φωνάζεις. Πράγματι, καμιά φορά νιώθω τόσο μικρή σ'αυτόν τον κόσμο.  

Κι όμως, αυτό το "μικρούλι" μπορεί να σηκώσει βράχους και βουνά αν χρειαστεί. Γιατί είσαι εσύ δίπλα μου να μου δίνεις δύναμη και κουράγιο. Να αντέχω. Να ελπίζω. Να ζω.

"Εγώ είμαι, μου ανοίγεις;". Όταν αποκοιμήθηκες στα χέρια μου στο κατάστρωμα του πλοίου, ήσουν κι εσύ σαν μικρό παιδί. Και όταν άνοιξες τα μάτια σου και με κοίταξες τρυφερά, φώτισες κάθε σκοτεινό στενό της ψυχής μου. 

Μου αρέσει να κοιτάζω τα μάτια σου... Πίσω από την αυστηρότητα που άλλοτε θέλεις να βγάλεις, κρύβεται κάτι πολύ όμορφο και τρυφερό. Και ξέρεις ποιο είναι το καλύτερο; Ότι μόνο εγώ το βλέπω τώρα πια.

"Εγώ είμαι, μου ανοίγεις;". Τα πρωινά όταν ανοίγω τα παράθυρα, έρχεται ένα δροσερό αεράκι και με αναζωογονεί. Ύστερα, έρχονται μερικά πουλάκια και κάθονται στην κουπαστή της βεράντας. Τους λέω να πετάξουν μακριά για να σου πουν "καλημέρα". 

Τυχερά που είναι... Μπορούν να πετούν όπου θέλουν, ανά πάσα ώρα και στιγμή. Ας είχα κι εγώ φτερά, έστω για μια στιγμή, για να πετάξω μέχρι εκεί που βρίσκεσαι. Να σε δω να χαμογελάς, που τόσο πολύ σου πάει.

"Εγώ είμαι, μου ανοίγεις;". Μόλις φτάσω εκεί, να μου ανοίξεις την πόρτα. Θα πούμε καλημέρα και μετά θα φτιάξω πρωινό για σένα. Και όταν θα φτάσει η ώρα να φύγω, θα σου δώσω μια υπόσχεση διόλου ουτοπική: "Θα είμαι πάντα εδώ. Για σένα."


Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

Απειλή

Τα χέρια δυο σφιχτές γροθιές δίπλα στο σώμα μου
Τα χείλη σφιγμένα
Τα μάτια υγρά και σκοτεινιασμένα πίσω από τα γυαλιά
Το μυαλό θολό

Κλείνω τα μάτια μου και προσπαθώ να ησυχάσω
Ψάχνω τη λύση σε δαιδαλώδεις διαδρόμους του νου

Ταξίδι ολόκληρο η σκέψη
Περνά από μέρη που δεν θέλω να ξαναδώ
Με λόγια που μακάρι να μην άκουγα
Με εικόνες που μακάρι να μην έβλεπα

Σε ένα πάρκο με οδηγούν τα βήματά μου - δεν ξέρω πώς έφτασα εδώ
Λες και το μυαλό απουσίαζε και τα πόδια αυθαιρετούσαν

Ασάλευτα τα φύλλα των δέντρων
Ήλιος λαμπερός που δεν αφήνει τίποτε να κρυφτεί
Μήτε τα πιο μύχια συναισθήματα της ψυχής μου
Προσπαθεί να με ανακρίνει, να μάθει την αλήθεια
Τον αποφεύγω

Διαλέγω να καθίσω σε ένα παγκάκι κάτω από τον παχύ ίσκιο ενός δέντρου
Κοιτάω τον κόσμο αδιάφορα

Νιώθω κάτι μέσα μου να μιλά
"Είσαι καλά;"
"Είμαι καλά με τη συνείδησή μου"
"Απαντάς με πικρία"
"Απαντώ με αξιοπρέπεια"

Σιωπή...

Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2015

Το πρωινό μας

Θα 'θελα να κοιμηθούμε μαζί ένα βράδυ, στο ίδιο κρεβάτι. Ας είναι και το μονό που έχεις στο δωμάτιό σου, δεν με πειράζει. Να σκεπαστούμε με τη λεπτή γαλάζια κουβέρτα σου και να κοιτιόμαστε στα μάτια. Να ακουμπήσω το κεφάλι μου στο μπράτσο σου κι ας ξέρω ότι σε λίγα λεπτά θα μουδιάσει. Να τυλίξεις με το άλλο σου χέρι τη μέση μου και να με φέρεις περισσότερο κοντά σου. Να με φιλήσεις για καληνύχτα και να κοιταχτούμε τρυφερά. Να μην μιλάμε, ώσπου να μας πάρει ο ύπνος και να έρθει το πρωί.

Μόλις ξημερώσει, να μπαίνουν δειλά-δειλά οι αχτίδες του ήλιου από τα στόρια και να μας ζεσταίνουν τα μάτια. Πρώτη να τα ανοίξω εγώ, να σε βλέπω που κοιμάσαι ακόμα. Μου αρέσει να σε βλέπω όταν κοιμάσαι. Δείχνεις τόσο ευάλωτος, τόσο γαλήνιος, σαν μωρό. Να σου χαϊδέψω αργά τα μαλλιά και να σου δώσω ένα φιλί απαλά στο μάγουλο. Να μυρίσω αυτή τη φυσική μυρωδιά του κορμιού σου, εκεί στο λαιμό.

Έπειτα, να σηκωθώ όσο πιο αθόρυβα μπορώ από το κρεβάτι και να πάω στην κουζίνα για να ετοιμάσω πρωινό. Να βάλω νερό στο βραστήρα για το τσάι μας. Βούτυρο, μέλι, μαρμελάδα, φρυγανιές να στριμώχνονται στο δίσκο μαζί με τα φλιτζάνια για το τσάι. Να βάλω στα ποτήρια χυμό πορτοκάλι -τον αγαπημένο σου- και να τα μεταφέρω όλα με προσοχή στο δωμάτιό σου. 

Να έρθω περπατώντας στις μύτες των ποδιών, να ακουμπήσω το δίσκο στο γραφείο σου και να καθίσω δίπλα σου, ενώ εσύ κοιμάσαι. Να σου χαϊδέψω ξανά τα μαλλιά και να σου ψιθυρίσω στο αυτί "καλημέρα". Να ξυπνήσεις και να αντικρίσω τα αγουροξυπνημένα μάτια σου. Να μου πεις κι εσύ "καλημέρα" και εγώ να σου χαμογελάσω γλυκά. Να φέρω το δίσκο μπροστά σου και να αρχίσουμε να τρώμε. Να σου ετοιμάσω μια φρυγανιά κι εσύ, όπως πάντα, να μου δώσεις να φάω πρώτη και μετά να με φιλήσεις. 

Ναι, κάπως έτσι θα ήθελα να είναι το πρωινό μας.