Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2012

Αφώνου και αλάλου γωνία

  Έρχονται κάποιες στιγμές που ακούς περιστατικά από άλλους και δεν τα πιστεύεις μέχρι να σου συμβούν. Και όταν τελικά σου συμβαίνουν, εύχεσαι να μην τα είχες δει, να μην τα είχες ακούσει, να μην ήσουν εκεί. 

  Τόσες μέρες ακούμε ότι ο κόσμος πεινάει, ζητιανεύει, κοιμάται στο δρόμο. Ότι δεν αντέχει άλλη εκμετάλλευση από τους "πάνω", εξαγριώνεται. Την επομένη μετά τα επεισόδια της Κυριακής, κατέβηκα στο Κέντρο για να αντικρίσω το σκηνικό. Βγαίνοντας από το μετρό του Συντάγματος, το πρώτο πράγμα που θυμάμαι είναι η μυρωδιά του καμμένου ανακατεμένη με χημικά. Αριστερά και δεξιά στην πλατεία σπασμένα μάρμαρα και όσο προχωρούσα στην Ερμού, τόσο δυνάμωνε η μυρωδιά και μου έκαιγε το λαιμό και τα μάτια. 

  Κατευθυνόμενη προς την Πανεπιστημίου, το μάτι μου έπεσε στα σπασμένα φανάρια που έκαναν την κυκλοφορία ακόμα πιο δύσκολη, ενώ ένας τροχονόμος προσπαθούσε να τη ρυθμίσει. Καμμένα κτίρια, κατεστραμμένα δάπεδα, καρέκλες σφηνωμένες σε κάγκελα (!) κι άλλα σπασμένα μάρμαρα... Στην Ασκληπιού ένας άστεγος κοιμόταν πάνω σε χαρτόνι σκεπασμένος μέχρι το κεφάλι με μια κουβέρτα και λίγο πιο πέρα ένας άλλος περπατούσε τρεκλίζοντας.

  Στη διαδρομή μέχρι το σπίτι έφερνα συνέχεια στο μυαλό μου τις εικόνες που είχα δει πριν λίγα λεπτά και δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ένιωθα ότι είχα μεταφερθεί στο 1940 και όπου να'ναι θα εμφανίζονταν Γερμανοί στρατιώτες με καμιόνια. Δεν μπορώ να περιγράψω τα συναισθήματά μου, γιατί πολύ απλά η καρδιά μου δεν ήξερε τι να νιώσει. Φόβο; Λύπη; Θυμό; Ήταν όλα μπερδεμένα.

  Το τελειωτικό χτύπημα όμως ήταν το σημερινό. Πριν 3 ώρες περίπου, επέστρεφα από μάθημα που είχα στο Κέντρο. Στο σταθμό μετρό του Συντάγματος, μπαίνοντας στο υπερβολικά γεμάτο βαγόνι, ήταν ένας άντρας γύρω στα 55, βρώμικος και με μια έκφραση απόγνωσης στο πρόσωπό του. Ζητούσε ελεημοσύνη. Δεν μπορούσε να μιλήσει καλά, προφανώς είχε νοητικό πρόβλημα. Μια κυρία του έδωσε 0,50€ και εκείνος έβαλε τα κλάματα. Μόλις φτάσαμε στον Ευαγγελισμό, είπε: "Θέλω να βάλω τέλος στη ζωή μου" και βγήκε από το βαγόνι. Στάθηκε στον τοίχο μόλις έκλεισαν οι πόρτες. Προσπαθούσε να πάρει φόρα για να πέσει στις ράγες ενώ το τραίνο είχε ήδη ξεκινήσει. Όλοι οι επιβάτες είχαμε παγώσει. Είχε σφιχτεί το στομάχι μου και ένιωθα ένα πλάκωμα στο στήθος. 

  Μου φαίνεται περίεργο που το λέω, αλλά πρώτη φορά δεν έχω να πω κάτι. Όχι από απάθεια ή αδιαφορία, αλλά από θλίψη. Αισθάνομαι ότι αυτό που ζούμε είναι ένα τρομερά κακόγουστο αστείο, ένας επώδυνος εφιάλτης που αργεί να τελειώσει. Δεν είναι του τύπου μου οι μελό ιστορίες  -το έχω ήδη ξαναπεί σε παλιότερη ανάρτηση- ούτε προσπαθώ να χαλάσω τη διάθεση κανενός. Δεν μπορώ όμως να μην πω αυτά που είδα και άκουσα και δεν πιστεύω ότι αφήνουν κάποιον παγερά αδιάφορο. 

  Όσο για τον άντρα που σας είπα, δεν ξέρω αν έπεσε τελικά στις ράγες. Ελπίζω να μην το έκανε. Γιατί η Ελλάδα μας χρειάζεται τώρα περισσότερο από ποτέ...


4 σχόλια:

  1. Καλά, μιλάμε πάγωσα... Η εικόνα και μόνο του ανθρώπου που περιγράφεις είναι τόσο τραγική που -χωρίς υπερβολή- σχεδόν δάκρυσα... Όσον αφορά τη ζωή μας και αυτά που θα ακολουθήσουν διάβασε τα "Στρείδια" του Τσέχωφ. Νομίζω ότι σε λίγο καιρό σαν τον ήρωα θα καταντήσουμε...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. "Μια εικόνα ισούται με χίλιες λέξεις", δεν λένε; Η σκηνή που έζησα ήταν πραγματικά απερίγραπτη. Πρώτη φορά μου συνέβαινε κάτι τέτοιο. Δεν θα το ξεχάσω σε όλη μου τη ζωή... Φαντάσου ότι σου έκανε εντύπωση μια απλή περιγραφή του περιστατικού. Αν το έβλεπες κι εσύ, υπολόγισε το τριπλάσιο απ'ό,τι ένιωσες διαβάζοντάς το.
    Θα προσπαθήσω να βρω το βιβλίο που μου προτείνεις!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Είναι ένα διήγημα, στο οποίο ο ήρωας είναι ένα φτωχό πεινασμένο παιδί...η συνέχεια στον Τσέχωφ ;)

    Ήταν ένα πραγματικά τεράστιο σοκ!!! Απορώ πώς συνήλθες εσύ που το είδες!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Εντάξει, το ξεπέρασα (νομίζω). Το θέμα είναι ότι την επόμενη μέρα προσπαθούσα να μάθω τι απέγινε ο κύριος, αλλά κανείς δεν ήξερε. Ίσως να μην πήδηξε τελικά, γιατί θα είχε γίνει πρωτοσέλιδο παντού.

    ΑπάντησηΔιαγραφή